ἀστερίσκος

ἀστερίσκος
ἀστερίσκος
little star
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • αστερίσκος — ο (AM ἀστερίσκος) [αστήρ] 1. μικρός αστέρας 2. σημείο των Γραμματικών της Αλεξάνδρειας που χαρακτηρίζει τα κείμενα που δεν παρουσιάζουν πρόβλημα γνησιότητας (αντίθετα με τον οβελό [*], που δηλώνει τα κείμενα που πρέπει να εξοβελιστούν ως νόθα).… …   Dictionary of Greek

  • αστερίσκος — ο 1. αστεράκι που μπαίνει σε μια λέξη του κειμένου στην πάνω δεξιά άκρη, για να παραπέμψει σε υποσημείωση ή άλλο συνθηματισμό. 2. λειτουργικό σκεύος αστεροειδές για συγκράτηση του καλύμματος του δίσκου μέσα στον οποίο βρίσκεται ο άγιος άρτος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀστερίσκοι — ἀστερίσκος little star masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀστερίσκοις — ἀστερίσκος little star masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀστερίσκον — ἀστερίσκος little star masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀστερίσκου — ἀστερίσκος little star masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀστερίσκους — ἀστερίσκος little star masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀστερίσκων — ἀστερίσκος little star masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀστερίσκῳ — ἀστερίσκος little star masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Asterisk — This article is about the typographical symbol. For other uses, see Asterisk (disambiguation). See also: * (disambiguation) * Asterisk …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”